18/4/15

75. ΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ, 2004

ΤΙ ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ Η ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΣΗΜΕΡΑ
      Η Αριστερά δεν μπορεί να εμφανίζεται, τον 21ο αιώνα, ως ο απόλυτος αυθέντης της μιας και μόνης πολιτικής αλήθειας. Δεν μπορεί καν να καμώνεται ότι ‘ξέρει’. Γιατί αυτός που ‘ξέρει’, δεν μπορεί να κατανοήσει και άρα να διαλεχθεί. Ο διάλογος προϋποθέτει να απαρνηθούμε την ‘αλήθεια’ προς χάριν του Άλλου. Ο Άλλος είναι φορέας μιας ποικιλίας ιδεών, προφανώς όχι ‘ορθών’.[1] Η Αριστερά (σταλινική ή εκσυγχρονιστική), όμως, δεν διαλέγεται, παραμένοντας προσκολλημένη στο ‘ορθό’. Και αν καμώνεται ότι διαλέγεται, το κάνει για να πείσει και όχι για να πειστεί, όχι δηλαδή για να κατανοήσει.
      Η Αριστερά βέβαια, θα σκεφτεί κανείς, θα πάψει να είναι Αριστερά, αν χάσει ένα βασικό στοιχείο της υπόστασής της: την θεωρητική παντοδυναμία της. Τι Αριστερά θα είναι, αν δεν έχει ‘θεωρία’, και δη θεωρία που να προβλέπει ένα τέλος (φινάλε και σκοπό) της ανθρώπινης ιστορίας; Γιατί είναι αλήθεια ότι, πριν από τον Φουκουγιάμα, πολλοί μαρξιστές (ίσως κι ο ίδιος ο Μαρξ) – περισσότερο εγελιανοί κι από τον ίδιο τον Έγελο – διακήρυξαν το δικό τους τέλος της ιστορίας: σοσιαλιστικό (κατά αυστηρή μηχανική νομοτέλεια!).
      Η Αριστερά του υπάρξαντος σοσιαλισμού δεν διαλέχτηκε ποτέ με την κοινωνία. Οι διαδικασίες αμφίδρομης επικοινωνίας, που προέβλεπε ο φαραωνικός σοβιετικός κεντρικός σχεδιασμός, απλώς υπερτιμούσαν τις οικονομικές επιδόσεις, επιδιώκοντας τον έπαινο των ισχυρών ινστρουκτόρων που ‘ήξεραν’. Η Αριστερά της ‘εκσυγχρονιστικής κεντροαριστεράς’ επίσης δεν διαλέχτηκε ποτέ με την κοινωνία. Οι διαδικασίες εκσυγχρονισμού ήταν διαδικασίες πατερναλιστικού ελέγχου αυτών που ‘ξέρουν’ επί των ‘καθυστερημένων’ τμημάτων της κοινωνίας που δεν ‘ξέρουν’ (χωρίς κανείς να μπαίνει στον κόπο να εξηγεί ποιες είναι κάθε φορά οι δυνάμεις του φωτός και ποιες του σκότους).   
      Υπάρχει ένα κρίσιμο σημείο που χωρίζει την νεωτερικότητα από την μετανεωτερικότητα. Η νεωτερικότητα (στην οποία δεν ανήκει ο Ντοστογιέφσκι, αλλά ο Τολστόι) ‘ξέρει’ και δεν διαλέγεται. Η μετανεωτερικότητα (στην οποία προδρομικά ανήκει ο Ντοστογιέφσκι) δεν ‘ξέρει’ και για τούτο διαλέγεται. Οι ήρωες του Τ. άγονται από τους ‘νόμους της ιστορίας’, τους οποίους νόμους υποτίθεται ότι ο συγγραφέας ξέρει. Οι ήρωες του αριστοτέχνη των διαλόγων Ντ. διαλέγονται, και μαζί τους διαλέγονται ατελεύτητα τόσο ο συγγραφέας όσο και ο αναγνώστης.[2] Η Αριστερά του 21ου αιώνα δεν μπορεί να είναι η Αριστερά του 19ου αιώνα, δηλαδή δεν πρέπει να είναι η Αριστερά που ‘ξέρει’. Πρέπει να είναι η Αριστερά που κατανοεί και διαλέγεται. Κατά τα άλλα, καλόν είναι να συνεχίσει να ασχολείται με το αρχαίο της αίτημα: αυτό της κοινωνικής δικαιοσύνης. Να συνεχίσει κατανοώντας και διαλεγόμενη και όχι ‘ξέροντας’. Και ‘διαλεγόμενη’ σημαίνει εγκατάλειψη, δια παντός, της υπόθεσης της θεωρητικής παντοδυναμίας, υπό οιανδήποτε έννοια.
      Ο διάλογος δεν είναι μια διαδικασία που τελειώνει ποτέ δια κάποιας ολοκληρωτικής πειθούς αυτών που ξέρουν επί αυτών που δεν ξέρουν. Διάλογος που τελειώνει δεν είναι διάλογος. Και δικαιοσύνη που επιτυγχάνεται μετά από ένα τελειωμένο διάλογο δεν είναι δικαιοσύνη, αλλά επιβολή των ολίγων επί των πολλών: ολιγαρχία. 
      Ο διάλογος συνιστά μια, ούτως ή άλλως, επικίνδυνη κατάσταση. Ο διάλογος γίνεται με την άλλη άποψη και τον άλλο τρόπο που αμφισβητούν, πάντα, το σύνολο του οικοδομήματος που με κόπο χτίστηκε. Στον διάλογο είσαι πάντα ανοιχτός και, άρα, εν κινδύνω. Για την ώρα, ελάχιστοι στην Αριστερά είναι πρόθυμοι για διάλογο. Και, βεβαίως, αυτοί οι ελάχιστοι διατρέχουν κι ένα δεύτερο, σοβαρότερο, κίνδυνο: Πέραν της διαλογικής αμφισβήτησής τους, υπάρχει ο μη διαλογικός κίνδυνος να χαρακτηρισθούν σκοταδιστές, αν δουν με συμπάθεια (κατά την αρχαία έννοια, με κατανόηση) ένα εθνικό ή θρησκευτικό σύμβολο, ή λαϊκιστές, αν θελήσουν να αφουγκρασθούν πρωτογενείς και ανεπεξέργαστες φωνές απελπισμένων και καταφρονεμένων. Και αυτό δεν είναι ένα άλλης τάξεως ζήτημα, διότι αυτό ακριβώς αποδεικνύει την απροθυμία διαλόγου των προθύμων: των προθύμων να απευθύνουν χαρακτηρισμούς σκοταδισμού, απομονώνοντας τους εαυτούς τους από μια μιασματική κοινωνία που δεν ‘ξέρει’. (Υγειονομική η προσέγγιση, αφού ως ιατροί-θεραπευτές της κοινωνίας συμπεριφέρονται αυτοί που ‘ξέρουν’.)
      Ο Βιτγκενστάιν, αυτός ο λάκων του λόγου, που επηρέασε την σκέψη του δεύτερου μισού του 20ου αιώνα όσο κανείς άλλος, είναι ο φιλόσοφος μιας αρνητικής φιλοσοφίας: Η φιλοσοφία (η γλώσσα) μπορεί να πει μόνον τι δεν μπορεί να πει. Εξέφρασε και ο δικός μας Καστοριάδης την αντίθεσή του προς την ‘θεωρία’ κι έγινε εξοβελιστέος. Όμως, αυτό, η διαλογικότητα στη θέση της ‘θεωρίας’ και της ‘αλήθειας’, είναι το καλύτερο που φέρνει μαζί της η μετανεωτερική και μετα-στρουκτουραλιστική συνθήκη.[3] Κατά τούτο, από κοινού και κατά ιστορική ειρωνία, ρασιοναλιστική ‘θεωρία’ και μεταφυσική ‘αλήθεια’ αντιπαρατίθενται σφόδρα στην ιδέα της διαρκούς διαλογικότητας.
      Ό,τι και αν αιτούμεθα σήμερα, αριστερή κοινωνική δικαιοσύνη ή δεξιά ελευθερία της αγοράς, πρέπει να το βαφτίσουμε σ’ αυτή την αρνητική φιλοσοφία («τι δεν μπορεί», «τι δεν πρέπει»), σ’ αυτό τον ατελεύτητο διάλογο. (Αφήνοντας κατά μέρος και η Δεξιά, τυπική υπέρμαχος της ελευθερίας της αγοράς, την επίσης αντι-διαλογική θεία πρόνοια της ‘αοράτου χειρός’ (του Άνταμ Σμιθ) που αυτή και μόνον, δήθεν, μεριμνά για την οικονομία – και τους αυτοματισμούς της – αν ο καθένας επιδιώκει, κατά την προτεσταντική επιταγή (βλ. Μαξ Βέμπερ), το προσωπικό του συμφέρον!)
Ενημέρωση 25/7/2004
 Αυγή 21/8/2004 


[1] Ο Άλλος ή θα είναι ο καρλσμιτιανός εχθρός-Άλλος με τον οποίο κάνουμε πόλεμο ή θα είναι ο Άλλος με τον οποίο αποφασίζουμε να μη κάνουμε πόλεμο, αλλά να συνυπάρξουμε πλάι-πλάι, παρά το ότι θα ‘έπρεπε’ να κάνουμε πόλεμο. Πρόκειται, εδώ, περί απόφασης και όχι περί μιας ‘θεωρίας’. Πρόκειται περί μιας νέας θεωρίας της απόφασης – κατ’ αντιπαράθεση προς την θεωρία της απόφασης του Καρλ Σμιτ (σοβαρότερου ίσως ταξικού αντίπαλου του Καρλ Μαρξ).
[2] Σύγκρινε τους Καραμαζόφ και το Έγκλημα και Τιμωρία με το Πόλεμος και Ειρήνη.
[3] Το κακό που φέρνει μαζί της η μετανεωτερικότητα είναι ο ακραίος κοσμικός σχετικισμός της, που είναι α-νοησία: Στο μέγα ζήτημα «κοσμικότητα Vs μαντίλα», στη Γαλλία και τη Τουρκία, δεν μπορεί να απαντήσει ο ακραίος κοσμικός σχετικισμός. Αν είναι να «νικήσεις» κάποιον, θα τον «νικήσεις» με τους χυμούς του όλους – με τη μαντίλα στο κεφάλι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.